Περίπου το ένα τρίτο (34%) των μελετών που δημοσιεύονται σε περιοδικά νευροεπιστημών και περίπου το 24% σε ιατρικά περιοδικά είναι “φτιαχτές ή κλεμμένες”, σύμφωνα με μια νέα επιστημονική έρευνα.
Η έρευνα εξέτασε 5.000 δημοσιευμένες μελέτες και σύμφωνα με το περιοδικό Science, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι σχεδόν 1.500 εργασίες ήταν πιθανότατα “προϊόντα λογοκλοπής” ή πλαστές.
Η ακαδημαϊκές καριέρες βασίζονται στο μότο “δημοσίευση ή χάος”: Αν οι ερευνητές δεν δημοσιεύσουν συνεχώς άρθρα με το όνομά τους, δύσκολα προχωρούν. Επομένως, έχουν κίνητρο να βάλουν το όνομά τους σε όσο το δυνατόν περισσότερες μελέτες και να διασφαλίσουν ότι οι μελέτες αυτές θα δημοσιευθούν, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα την ποιότητα του έργου τους.
Το Science μιλά επίσης για την βιομηχανία των “paper mills”, δηλαδή των εργοστασίων παραγωγής ψεύτικων ερευνών, που επιτρέπουν σε ερευνητές να πληρώσουν για να “γεμίσουν” με δημοσιεύσεις το βιογραφικό τους.
Επιστημονικά περιοδικά ζητούν την δουλειά των ερευνητών δωρεάν ή τους χρεώνουν για να την δημοσιεύσουν.
Όμως αυτά αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου. Ορισμένοι επιστήμονες υποβάλλουν επανειλημμένα δικές τους, παλαιότερες εργασίες, ακόμη και αν αυτές δεν έχουν καμία σχέση με το αντικείμενο του paper.
Υπάρχουν επίσης “επαναλαμβανόμενες αναφορές στην βιβλιογραφία”, όπου όλοι έρχονται σε συμφωνία να παραθέτουν ο ένας τις εργασίες του άλλου, και πάλι ανεξαρτήτως συνάφειας.
Τέλος, υπάρχει και η “αδικαιολόγητη υπογραφή συγγραφέα” κατά την οποία οι επιστήμονες βάζουν το όνομά τους σε εργασίες που δεν έγραψαν, είτε πληρώνοντας γι’ αυτό είτε μέσω κάποιας συμφωνίας.
Όλες αυτές οι πρακτικές ενισχύουν τεχνητά τον αριθμό δημοσιεύσεων των ερευνητών.