Κατά την έναρξη της συνέντευξης Τύπου ο υπουργός Επικρατείας και Μεταφορών-Υποδομών, Γιώργος Γεραπετρίτης, εξέφρασε την οδύνη και τον σπαραγμό του, όπως χαρακτηριστικά είπε, για την «πρωτοφανή εθνική τραγωδία που μας σημάδεψε όλους». «Η οδύνη θα πρέπει να βρει κάθαρση», πρόσθεσε.
Η ευθύνη που αναλογεί στην κυβέρνηση έχει αναληφθεί, τόνισε ο Γ. Γεραπετρίτης.
Τόνισε πως ανεξάρτητα από τα λάθη σε ανθρώπινο επίπεδο, εάν είχαμε ένα πλήρες σύστημα τηλεδιοίκησης στη χώρα το δυστύχημα δεν θα είχε συμβεί.
Ανέφερε επίσης ότι αυξάνεται ο προϋπολογισμός για τον ελληνικό σιδηρόδρομο.
Αναφερόμενος στην έλλειψη προσωπικού αναγνώρισε το πρόβλημα και έκανε λόγο για σημαντική μείωση προσωπικού την τελευταία 15ετία.
Για το θέμα της επανεκκίνησης του σιδηροδρόμου, ο Γ. Γεραπετρίτης ανέφερε πως είναι σημαντικό να μπορέσει να ξεκινήσει εκ νέου, να μην περιμένουμε, δηλαδή, την ολοκλήρωση της τεχνολογικής αναβάθμισης. Όπως εξήγησε, θα πρέπει να στηρίξουμε την εμπιστοσύνη του κοινού απέναντι στον σιδηρόδρομο.
Ταυτόχρονα, όμως, διευκρίνισε, και έως ότου ολοκληρωθεί η τεχνολογική αναβάθμιση, η επανεκκίνηση θα γίνει μόνο υπό όρους απόλυτης ασφάλειας. «Θα αναβαθμίσουμε σημαντικά το επίπεδο ασφάλειας» και θα περιλαμβάνει υποχρεωτικώς δύο σταθμάρχες σε κάθε σταθμό, τόνισε ο κ. Γεραπετρίτης. Από την άλλη πλευρά, μπορεί να υπάρξει μείωση του μεταφορικού έργου, καθώς μόνο έτσι μπορεί να εξασφαλισθεί επαρκής αριθμός σταθμαρχών.
Ανέφερε επίσης, ότι αυξάνεται ο προϋπολογισμός για τον ελληνικό σιδηρόδρομο.
Οπως ανέφερε, τρία επίπεδα ασφάλειας δεν τηρήθηκαν στα Τέμπη:
«Το τοπικό κέντρο τηλεδιοικησης στη Λάρισα λειτουργούσε απόλυτα και αδιαλείπτως, δεν υπήρξε διακοπή της λειτουργίας στο τοπικό κέντρο. Το βράδυ έπρεπε να υπήρξε η αυτόματη χάραξη στον πίνακα πορείας, κάτι που δεν έγινε όμως» σημείωσε ο υπουργός.
Ένα δεύτερο επίπεδο ήταν η χειροκίνητη αλλαγή του κλειδιού, η οποία δεν συντελέστηκε, συμπλήρωσε ο κ. Γεραπετρίτης.
«Ένα τρίτο επίπεδο, έπρεπε να υπάρξει παρακολούθηση στον ηλεκτρονικό πίνακα ελέγχου, μετά την αποχώρηση του τρένου από τη Λάρισα, και για μια απόσταση 5 χλμ. αφού έφυγε. Αν είχε γίνει η παρακολούθηση πάνω στον πίνακα μετά την αναχώρηση, θα είχε αποφευχθεί το μοιραίο», τόνισε ο υπουργός.