Το 11,3% στην Ελλάδα δεν μπορεί να έχει ένα κανονικό γεύμα μέρα παρά μέρα (κάθε δεύτερη μέρα), λόγω οικονομικής αδυναμίας, και κατατάσσεται 5η από το τέλος στη σχετική λίστα της Eurostat, πίσω από Βουλγαρία, Σλοβακία, Ρουμανία και Ουγγαρία.
Με βάση την επεξεργασία της Eurostat από τα στοιχεία εθνικών στατιστικών υπηρεσιών κάθε χώρας για το 2024, στην ΕΕ των 27, κατά μέσο όρο το 8,5% του πληθυσμού δήλωνε οικονομική αδυναμία να έχει μέρα παρά μέρα στο τραπέζι του ένα “κανονικό γεύμα“.
Η δυνατότητα των νοικοκυριών να αγοράζουν ένα γεύμα με κρέας, ψάρι ή χορτοφαγικό ισοδύναμο κάθε δεύτερη μέρα είναι ένα από τα στοιχεία που υπολογίζεται, όταν βγαίνει το τελικό ποσοστό των στατιστικών υπηρεσιών αναφορικά με το ποσοστό σοβαρής υλικής και κοινωνικής στέρησης.
“Κανονικό” είναι ένα γεύμα, σύμφωνα με τη Eurostat, όταν περιέχει κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ισοδύναμης θρεπτικής αξίας.
Το ποσοστό στην ίδια κατηγορία ανεβαίνει στο 34,6% όσον αφορά στα φτωχά νοικοκυριά, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος της ΕΕ είναι 19,4%.
Παράλληλα, το ποσοστό του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό αυξήθηκε το 2024, στο 26,9% από 26,1% το 2023. Αυξανόμενα, αν και με πιο αργό ρυθμό, βαίνουν και τα ποσοστά του πληθυσμού που δυσκολεύεται έχει ένα κανονικό γεύμα. Το 2022 ήταν 10% και το 2023 10,9%.
Τα χαμηλότερα ποσοστά στην ΕΕ έχουν κατά σειρά η Κύπρος, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία.